επιμνημόσυνος

επιμνημόσυνος
-η, -ο [επιμνήμων]
αυτός που τελείται για μνημόσυνο («επιμνημόσυνη δέηση»).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • επιμνημόσυνος — η, ο που γίνεται ως μνημόσυνο ή σ αυτό: Επιμνημόσυνη τελετή …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”